Τι σημαίνει το full-time στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης full-time στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του full-time στο Αγγλικά.
Η λέξη full-time στο Αγγλικά σημαίνει πλήρες ωράριο, πλήρους ωραρίου, με πλήρες ωράριο, ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης, δουλειά πλήρους απασχόλησης, υπάλληλος πλήρους απασχόλησης. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης full-time
πλήρες ωράριοnoun (standard weekly working hours) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Now that I moved from part time to full time I'm covered under the company's medical program. Τώρα που άλλαξα από μερική απασχόληση σε πλήρες ωράριο, καλύπτομαι από το πρόγραμμα ιατρικής περίθαλψης της εταιρείας. |
πλήρους ωραρίουadjective (of standard weekly working hours) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) They think that cutting down the full-time working week to 36 hours will increase employment. Πιστεύουν ότι, μειώνοντας την εργάσιμη εβδομάδα πλήρους ωραρίου σε 36 ώρες, θα αυξηθεί η εργασία. |
με πλήρες ωράριοadverb (on a full-time basis) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) I'm now working full time at the baker's on the corner. Τώρα δουλεύω με πλήρες ωράριο στον φούρνο στη γωνία. |
ισοδύναμο πλήρους απασχόλησηςnoun (FTE: pro-rata pay) (εργασία) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
δουλειά πλήρους απασχόλησηςnoun (job: 40 hours a week) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) When we were children, my mother obtained a full-time job so that she could support us financially. |
υπάλληλος πλήρους απασχόλησηςnoun ([sb] employed on a full-time basis) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του full-time στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του full-time
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.