Τι σημαίνει το temprano στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης temprano στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του temprano στο ισπανικά.
Η λέξη temprano στο ισπανικά σημαίνει νωρίς, νωρίς, πρώιμος, νωρίς το πρωί, έξαρση, πρόωρος, πρώιμος, πρόωρος, πρώιμος, σύντομα, έγκαιρος, νωρίς, έγκαιρα, πρωί-πρωί, νωρίτερα, συντομότερα, έγκαιρος, πιο νωρίς, αργά ή γρήγορα, σε λίγο, τελικά, με το πλήρωμα του χρόνου, σύντομα, το νωρίτερο, το συντομότερο, τόσο νωρίς, ενδεικτικό σύμπτωμα, πρώτο σύμπτωμα, σηκώνομαι, ξυπνώ, όταν κλείνουν νωρίς τα μαγαζιά, νωρίς, πολύ νωρίς, πρόωρα, πρώιμα, ξεκινάω νωρίς, αυτός που φτάνει πάντα πρώτος, το νωρίτερο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης temprano
νωρίςadverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Me levanto temprano en la mañana. Σηκώνομαι νωρίς το πρωί. |
νωρίςadverbio (πρωτύτερα από συνήθως) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) ¡Hoy llegué temprano al trabajo, para variar! Σήμερα έφθασα νωρίς στη δουλειά, έτσι για αλλαγή! |
πρώιμος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Las flores tempranas a veces mueren por las heladas tardías. Τα πρώιμα άνθη, μερικές φορές, μαραίνονται εξαιτίας των όψιμων παγετών. Η πρώιμη άφιξή του μας ξάφνιασε όλους. |
νωρίς το πρωί
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Mi abuela solía levantarse temprano. |
έξαρσηadjetivo (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Las flores de primavera tuvieron una floración temprana este año. |
πρόωρος, πρώιμος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
πρόωρος, πρώιμος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) El inicio precoz del verano era un señal del cambio climático. |
σύντομα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Es demasiado pronto para saber cómo terminará este asunto. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Πόσο γρήγορα μπορείς να είσαι εδώ; |
έγκαιρος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) La biblioteca agradece la devolución puntual de los libros. |
νωρίς, έγκαιρα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
πρωί-πρωί(coloquial) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
νωρίτερα, συντομότερα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Llegaremos antes si salimos ahora y evitamos el tráfico. Θα φτάσουμε νωρίτερα αν φύγουμε τώρα και αποφύγουμε την κίνηση. |
έγκαιροςlocución adverbial (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
πιο νωρίςlocución adverbial (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) ¿Hay alguna manera de que nos encontremos más temprano? Υπάρχει τρόπος να συναντηθούμε νωρίτερα; |
αργά ή γρήγοραlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) ¡Sigue con tu vida criminal y tarde o temprano acabarás preso! |
σε λίγοlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Tarde o temprano te darás cuenta de tu error. |
τελικά, με το πλήρωμα του χρόνουlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Sí, es un hombre extraño, pero creo que tarde o temprano aprenderás a quererlo. |
σύντομαlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
το νωρίτερο, το συντομότεροlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Como muy temprano podría llegar a las seis, pero no antes. |
τόσο νωρίςadverbio (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Nunca antes había llegado tan temprano. |
ενδεικτικό σύμπτωμα, πρώτο σύμπτωμα
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Toser con dolor es un síntoma temprano de una enfermedad en el pulmón. |
σηκώνομαι, ξυπνώlocución verbal (νωρίς το πρωί) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Tengo una conferencia este sábado así es que voy a tener que levantarme temprano. |
όταν κλείνουν νωρίς τα μαγαζιάlocución adjetiva (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Στην πόλη μου τα μαγαζιά κλείνουν νωρίς τις Τετάρτες. |
νωρίς, πολύ νωρίς, πρόωρα, πρώιμαlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Llegué demasiado temprano y tuve que esperar a que abrieran el negocio. |
ξεκινάω νωρίςlocución verbal Fui a trabajar a las ocho así podía empezar temprano. |
αυτός που φτάνει πάντα πρώτος
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Millie y yo somos personas que llegan temprano, todos los otros invitados llegaron una hora tarde a la fiesta. |
το νωρίτεροlocución adverbial (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) ¿A qué hora es lo más temprano que puedo llamarte en la mañana? |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του temprano στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του temprano
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.