Τι σημαίνει το sucker στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης sucker στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sucker στο Αγγλικά.
Η λέξη sucker στο Αγγλικά σημαίνει κορόιδο, που πεθαίνει για κτ, που τρελαίνεται για κτ, προβοσκίδα, βεντούζα, παραφυάδα, γλειφιτζούρι, σκασμένος, ξεγελάω κπ για να κάνει κτ, καταφέρνω κπ να κάνει κτ, αρνάκι γάλακτος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης sucker
κορόιδοnoun (slang, figurative (gullible person, fool) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Rick is such a sucker; he'll believe anything you tell him. Ο Ρικ είναι μεγάλο κορόιδο· θα πιστέψει οτιδήποτε του πεις. |
που πεθαίνει για κτ, που τρελαίνεται για κτnoun (slang (unable to resist [sth]) (μεταφορικά, καθομ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Amanda is a sucker for a hard luck story. Η Αμάντα τρελαίνεται για μελοδραματικές ιστορίες. |
προβοσκίδαnoun (animal: suction part) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The bee uses its sucker to extract nectar from the flower. Η μέλισσα χρησιμοποιεί την προβοσκίδα της για να αντλήσει το νέκταρ από το λουλούδι. |
βεντούζαnoun (suction cup) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) This soap dish can be attached to the tiles with a sucker. Το πιατάκι του σαπουνιού μπορεί να στερεωθεί στα πλακάκια με μια βεντούζα. |
παραφυάδαnoun (plant: shoot) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Simon pinched out the suckers on his tomato plant. Ο Σάιμον αφαίρεσε τις παραφυάδες από την τοματιά του. |
γλειφιτζούριnoun (informal, dated (lollipop, candy) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) The little boy bought a bag of suckers to share with his friends. Το μικρό αγόρι αγόρασε μια σακούλα γλειφιτζούρια για να τα μοιραστεί με τους φίλους του. |
σκασμένοςnoun (US, slang ([sth], [sb] challenging) (καθομιλουμένη) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) I almost caught that sucker, but he was too quick for me. Παραλίγο να τον πιάσω τον σκασμένο, αλλά ήταν πολύ γρήγορος για εμένα. |
ξεγελάω κπ για να κάνει κτ, καταφέρνω κπ να κάνει κτverbal expression (slang, figurative (fool) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The boss suckered Jim into working overtime again. Το αφεντικό ξεγέλασε τον Τζιμ ώστε να κάνει ξανά υπερωρίες. |
αρνάκι γάλακτοςnoun (AU (young sheep farmed for meat) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sucker στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του sucker
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.