Τι σημαίνει το reconciled στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης reconciled στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του reconciled στο Αγγλικά.
Η λέξη reconciled στο Αγγλικά σημαίνει που τα έχουν ξαναβρεί, συμφιλιώνομαι, συμφιλιώνω κπ με κπ, συμφιλιώνω κπ με κτ, εξοικειώνω κπ με κτ, συμβιβάζω κτ με κτ, συμφιλιώνομαι με κτ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης reconciled
που τα έχουν ξαναβρείadjective (people: amicable again) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
συμφιλιώνομαιintransitive verb (people with each other) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) After a six-month separation, Oliver and Marilyn finally reconciled. Μετά από έναν εξάμηνο χωρισμό, τελικά ο Όλιβερ και η Μάριλιν τα βρήκαν. |
συμφιλιώνω κπ με κπtransitive verb (people with each other) Bill managed to reconcile his daughter with her husband. Alison was glad she had reconciled the two friends, who had not been on speaking terms for weeks. Ο Μπιλ κατάφερε να κάνει την κόρη του να τα βρει με τον άντρα της. |
συμφιλιώνω κπ με κτ, εξοικειώνω κπ με κτ(get [sb] to accept [sth]) Once Maria had reconciled her children to her new relationship, they all got on very well with her boyfriend. Όταν η Μαρία έκανε τα παιδιά της να αποδεχτούν τη νέα σχέση της, τα πήγαιναν πλέον πολύ καλά με τον νέο της σύντροφο. |
συμβιβάζω κτ με κτ(put in agreement) Martin finds it difficult to reconcile his love for fast cars with his concern for the environment. Ο Μάρτιν δυσκολεύεται να συμφιλιώσει την αγάπη του για τα γρήγορα αυτοκίνητα με την ανησυχία του για το περιβάλλον. |
συμφιλιώνομαι με κτverbal expression (accept [sth]) When Malcolm failed his test for the tenth time, he reconciled himself to the fact that driving was a skill he would never master. Όταν ο Μάλκολμ απέτυχε στις εξετάσεις για δέκατη φορά, το πήρε απόφαση ότι δε θα κατάφερνε ποτέ να γίνει καλός στην οδήγηση. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του reconciled στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του reconciled
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.