Τι σημαίνει το agency στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης agency στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του agency στο Αγγλικά.

Η λέξη agency στο Αγγλικά σημαίνει πρακτορείο, γραφείο, δυνατότητα να κάνω κάτι, παρέμβαση, μεσολάβηση, διαφημιστική εταιρία, με τη βοήθεια κπ, CIA, εταιρεία συλλογής χρεών, γραφείο γνωριμιών, γραφείο ανεύρεσης εργασίας, Γραφείο Προστασίας του Περιβάλλοντος, EPA, ΕΟΔ, μεσιτικό γραφείο, Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος, αστυνομική αρχή, υπηρεσία αδειοδότησης, ειδησεογραφικό πρακτορείο, πρακτορείο ειδήσεων, μεσιτικό γραφείο, γραφείο ευρέσεως εργασίας, πρακτορείο εισιτηρίων, υπηρεσία συγκοινωνιών, ταξιδιωτικό πρακτορείο, γραφείο εύρεσης εργασίας. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης agency

πρακτορείο

noun (company that represents)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Pearl's agency recruits new models and actors.
Το πρακτορείο του Περλ προσλαμβάνει νέα μοντέλα και ηθοποιούς.

γραφείο

noun (organization)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The employment agency downtown can help you find a good job.
Το γραφείο εύρεσης εργασίας στο κέντρο μπορεί να σε βοηθήσει να βρεις μια καλή δουλειά.

δυνατότητα να κάνω κάτι

noun (uncountable (ability to act)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The strict rules made Sarah feel as though she had no agency of her own.
Οι αυστηροί κανόνες έκαναν τη Σάρα να αισθάνεται σα να μην είχε καμία αυτενέργεια δική της.

παρέμβαση, μεσολάβηση

noun (action)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Jeremy found a job through the agency of friends.
Ο Τζέρεμυ βρήκε δουλειά μέσω παρέμβασης φίλων του.

διαφημιστική εταιρία

noun (company: creates advertisements)

The company employed an advertising agency to produce some television commercials.

με τη βοήθεια κπ

preposition (because of [sb]'s actions)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

CIA

noun (US (CIA: spy service) (υπηρεσία πληροφοριών)

(ουσιαστικό θηλυκό άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και δεν κλίνεται, π.χ. μακιγιέζ, μπέιμπι-σίτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

εταιρεία συλλογής χρεών

noun (debt collection company)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Delinquent accounts are turned over to a collection agency after 30 days.

γραφείο γνωριμιών

noun (company: finds partners)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
The dating agency specializes in finding foreign brides for their clients.

γραφείο ανεύρεσης εργασίας

noun (company: finds jobs)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

Γραφείο Προστασίας του Περιβάλλοντος

noun (governmental agency)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

EPA

noun (initialism (Environmental Protection Agency) (συντομογραφία)

(ουσιαστικό θηλυκό άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και δεν κλίνεται, π.χ. μακιγιέζ, μπέιμπι-σίτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

ΕΟΔ

noun (initialism (European Space Agency) (σντμ: Eυρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος)

(ουσιαστικό αρσενικό άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους και δεν κλίνεται, π.χ. μασέρ, αντικέρ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

μεσιτικό γραφείο

noun (business that sells property)

It is generally recommended that the vendor of a house use an estate agency to avoid potential legal problems.
Σε όσους θέλουν να πουλήσουν ένα σπίτι, συνιστάται γενικά να το κάνουν μέσω μεσιτικού γραφείου, προκειμένου να αποφύγουν προβλήματα με τον νόμο.

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος

noun (space exploration organization)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)

αστυνομική αρχή

noun (police, etc.)

υπηρεσία αδειοδότησης

noun (grants authorization)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ειδησεογραφικό πρακτορείο

noun (organization that collects reports)

πρακτορείο ειδήσεων

noun (news-reporting organization)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Reuters is a well-known international press agency.

μεσιτικό γραφείο

noun (office for home buying and selling)

γραφείο ευρέσεως εργασίας

noun (company that places job candidates)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
John went to a recruitment agency to find a new job.

πρακτορείο εισιτηρίων

noun (business that sells tickets)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Most concert venues sell through ticket agencies.

υπηρεσία συγκοινωνιών

noun (public transport authority)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ταξιδιωτικό πρακτορείο

noun (company that arranges travel)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The travel agency can help you plan your itinerary. They went to the travel agency to buy a holiday.
Το ταξιδιωτικό πρακτορείο μπορεί να σε βοηθήσει να σχεδιάσεις τη διαδρομή σου. Πήγαν στο ταξιδιωτικό πρακτορείο για να κλείσουν τις διακοπές τους.

γραφείο εύρεσης εργασίας

noun (recruitment consultant)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του agency στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του agency

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.