Τι σημαίνει το data στο Ρουμάνος;
Ποια είναι η σημασία της λέξης data στο Ρουμάνος; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του data στο Ρουμάνος.
Η λέξη data στο Ρουμάνος σημαίνει ημερομηνία, ημερομηνία, χρονολογία, πότε, σύστημα αναφοράς, δεδομένο, στοιχείο, εκδοχή, φορά, που συμβαίνει κάθε δύο χρόνια, που συμβαίνει ανά διετία, που γίνεται κάθε δυο χρόνια, που γίνεται κάθε δύο χρόνια, τριμηνιαίος, κάθε, πότε άλλοτε, ετησίως, απότομα, κοφτά, καθυστερημένος, αργοπορημένος, ανά τρεις μήνες, κάθε τρεις μήνες, ανά τρίμηνο, δεδομένο, μητέρα, τριμηνιαίος, που συμβάινει κάθε είκοσι χρόνια, κάθε λίγους, κάθε μερικούς, μια φορά, μία φορά, μια φορά, για μια φορά, μια και καλή, κάποια άλλη στιγμή, δεδομένων των συνθηκών, εκπρόθεσμα, καθυστερημένα, την επόμενη φορά, άλλη μια φορά, άλλη μια φορά, άλλη μια φορά, μόνο μια φορά, μέρα παρά μέρα, κάθε φορά, για αλλαγή, πρώτη φορά, για μία φορά, μία φορά την εβδομάδα, εβδομαδιαίως, σε εβδομαδιαία βάση, μια φορά, αυτή τη φορά, εις το επανιδείν, μια φορά στα χίλια χρόνια, υπό άλλες συνθήκες, YOLO, γραμμή ημερομηνίας και τόπου προέλευσης, ημερομηνία λήξης, προθεσμία πληρωμής, ημερομηνία λήξης, ημέρα γενεθλίων, ημερομηνία γέννησης, ημερομηνία έκδοσης, προθεσμία, τρέχουσα χρονιά, ημερομηνία παράδοσης, αξιομνημόνευτη μέρα, κατά την, αναβάλλω, ορίζω ακριβή ημερομηνία, ορίζω ημερομηνία, ρίχνω άλλη μια ματιά, ρίχνω μία προσεκτική ματιά, χρονολογούμαι από, αναβάλλω, αναβάλλω, διακόπτω, μεταχρονολογώ, διπλοτσεκάρω, ξανά-παίζω, κάθε δύο εβδομάδες, ωριαία, ωριαίως, κάποια στιγμή στο παρελθόν, κάποτε, άλλη μια φορά, ακόμα μια φορά, άλλη μια φορά, μόνο μια φορά, μέχρι να τα ξαναπούμε, την προηγούμενη φορά, την τελευταία φορά, ημερομηνία αποπληρωμής, σφραγίδα χρονολόγησης, σφραγίδα ημερομηνίας, ημερομηνία λήξης, ημερομηνία έκδοσης, ημερομηνία τοκετού, γράφω ημερομηνία και τόπο, ξανά-παίζω, ανά δίμηνο, δεύτερη ευκαιρία, ημερομηνία τοκετού, ξαναπαίζω, ορίζω ημερομηνία γάμου, ξαναμετρώ, κάθε δύο εβδομάδες, στριφογυριστή γροθιά, μια φορά, μία φορά, κάθε δεύτερο, πάω πίσω, χρονολογούμαι από κτ, αναμένεται να γεννηθεί, -. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης data
ημερομηνία
Data de astăzi este 14 septembrie. Η ημερομηνία σήμερα είναι 14 Σεπτεμβρίου. |
ημερομηνία
O să ne reîntâlnim la o dată ulterioară. Θα σας δω ξανά σε μεταγενέστερη ημερομηνία. |
χρονολογία(για έτος) Am o monedă veche, cu data de 1783. Έχω ένα παλιό νόμισμα που φέρει τη χρονολογία 1783. |
πότε
|
σύστημα αναφοράς(în sondaje) |
δεδομένο, στοιχείο
|
εκδοχή
Informațiile lui nu sunt la fel cu ale mele. Η δική του εκδοχή δεν είναι ίδια με τη δική μου. |
φορά(frecvența) Am mâncat acolo de trei ori. Έχουμε φάει εκεί τρεις φορές. |
που συμβαίνει κάθε δύο χρόνια, που συμβαίνει ανά διετία
|
που γίνεται κάθε δυο χρόνια, που γίνεται κάθε δύο χρόνια
|
τριμηνιαίος(περιοδικότητα) |
κάθε(periodic) (συχνότητα) Își vizitează bunicii la fiecare două săptămâni. ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Επισκέπτονται τους παππούδες τους κάθε δύο εβδομάδες. |
πότε άλλοτε
Dacă nu acum, atunci când altcândva? Αν όχι τώρα, πότε άλλοτε; |
ετησίως(μία φορά το χρόνο) Οι ενήλικες άνω των 60 καλό είναι να κάνουν το τεστ ετησίως. |
απότομα, κοφτά
|
καθυστερημένος, αργοπορημένος
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Υποτίθεται πως θα παρέδιδα το δοκίμιό μου χτες. Τώρα πλέον είναι καθυστερημένο. |
ανά τρεις μήνες, κάθε τρεις μήνες, ανά τρίμηνο
|
δεδομένο(αδιαμφισβήτητο γεγονός) Ας γράψουμε τα δεδομένα μας και μετά θα προσπαθήσουμε να καταλάβουμε και τα υπόλοιπα. |
μητέρα
|
τριμηνιαίος
Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της εργασίας σου, θα κάνουμε τριμηνιαίες αξιολογήσεις για να παρακολουθούμε την πορεία σου και να σου δίνουμε ανατροφοδότηση. |
που συμβάινει κάθε είκοσι χρόνια
|
κάθε λίγους, κάθε μερικούς
|
μια φορά, μία φορά
Am băut cafea doar o dată pentru că mi-a repugnat! ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Έχω καπνίσει μαριχουάνα μόνο μια φορά (or: μία φορά). |
μια φορά, για μια φορά
|
μια και καλή
|
κάποια άλλη στιγμή
|
δεδομένων των συνθηκών
|
εκπρόθεσμα, καθυστερημένα
|
την επόμενη φορά
Την επόμενη φορά που θα πάω στο σούπερ μάρκετ πρέπει να θυμηθώ να αγοράσω τυρί. |
άλλη μια φορά
Όλοι χειροκρότησαν και το συγκρότημα επέστρεψε για να ξαναπαίξει. |
άλλη μια φορά
|
άλλη μια φορά
|
μόνο μια φορά
|
μέρα παρά μέρα
Το φάρμακο πρέπει να λαμβάνεται μέρα παρά μέρα. |
κάθε φορά
Κάθε φορά που πηγαίνω στο εστιατόριο παραγγέλνω το ίδιο πιάτο. |
για αλλαγή, πρώτη φορά, για μία φορά
|
μία φορά την εβδομάδα, εβδομαδιαίως, σε εβδομαδιαία βάση
|
μια φορά
Θυμάμαι μια φορά που ο αδερφός μου ήρθε σπίτι μεθυσμένος. |
αυτή τη φορά
Αυτή τη φορά πρέπει να φύγουμε νωρίτερα. Την τελευταία φορά είχαμε καθυστερήσει. |
εις το επανιδείν
|
μια φορά στα χίλια χρόνια
|
υπό άλλες συνθήκες
|
YOLO(αργκό) |
γραμμή ημερομηνίας και τόπου προέλευσης(για άρθρο εφημερίδας) |
ημερομηνία λήξης(επενδύσεις) |
προθεσμία πληρωμής
Η προθεσμία πληρωμής του ηλεκτρικού είναι στις 25 Μαρτίου. |
ημερομηνία λήξης
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Ποια είναι η ημερομηνία λήξης του γάλακτος; |
ημέρα γενεθλίων, ημερομηνία γέννησης
Παρακαλούμε συμπεριλάβετε το πλήρες όνομα και την ημερομηνία γέννησής σας στην αίτηση. |
ημερομηνία έκδοσης
|
προθεσμία
|
τρέχουσα χρονιά
|
ημερομηνία παράδοσης
|
αξιομνημόνευτη μέρα
|
κατά την(επίσημο) |
αναβάλλω(για άλλη στιγμή) Δεν μπορώ να βρεθούμε απόψε. Να το αναβάλουμε για την άλλη εβδομάδα; |
ορίζω ακριβή ημερομηνία, ορίζω ημερομηνία
|
ρίχνω άλλη μια ματιά
|
ρίχνω μία προσεκτική ματιά
|
χρονολογούμαι από(υλικό αντικείμενο) Τα απολιθώματα χρονολογούνται από το Προκάμβριο. |
αναβάλλω
Μεταθέτουμε τη συνάντηση για την Πέμπτη. |
αναβάλλω, διακόπτω
|
μεταχρονολογώ
|
διπλοτσεκάρω
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Να διπλοτσεκάρουμε τη λίστα με τα ψώνια για να βεβαιωθούμε ότι έχουμε ό,τι χρειαζόμαστε. |
ξανά-παίζω
|
κάθε δύο εβδομάδες
|
ωριαία, ωριαίως
|
κάποια στιγμή στο παρελθόν, κάποτε
|
άλλη μια φορά, ακόμα μια φορά
Απέτυχε στο διαγώνισμα για άλλη μια φορά. Για ακόμα μια φορά, ο γιος μου ξέχασε να στρώσει το κρεβάτι του. |
άλλη μια φορά
|
μόνο μια φορά
|
μέχρι να τα ξαναπούμε
|
την προηγούμενη φορά, την τελευταία φορά
Την τελευταία φορά που έφαγα σε φαστφουντάδικο αρρώστησα. Την προηγούμενη φορά που σε είδα, είχες μόλις γυρίσει από την Ιαπωνία. |
ημερομηνία αποπληρωμής(δάνειο) |
σφραγίδα χρονολόγησης, σφραγίδα ημερομηνίας
|
ημερομηνία λήξης
Ο αριθμός της πιστωτικής μου κάρτας είναι 1234567891234, με ημερομηνία λήξης 05/09. |
ημερομηνία έκδοσης(poliță, asigurare) |
ημερομηνία τοκετού
|
γράφω ημερομηνία και τόπο(για άρθρο εφημερίδας) |
ξανά-παίζω
|
ανά δίμηνο
Christopher merge la control pentru diabet o dată la două luni; s-a dus în ianuarie și martie, deci următoarea vizită este în mai. Ο Κρίστοφερ κάνει τσεκάπ για τον διαβήτη του κάθε δύο μήνες. Έκανε τις σχετικές ιατρικές εξετάσεις τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο, και το επόμενο ραντεβού του είναι τον Μάιο. |
δεύτερη ευκαιρία
|
ημερομηνία τοκετού(για έγκυες) Η ημερομηνία τοκετού σου προσδιορίζεται σε 24 εβδομάδες από σήμερα. |
ξαναπαίζω(jocuri) |
ορίζω ημερομηνία γάμου
|
ξαναμετρώ
Έγινε επανακαταμέτρηση των ψηφοδελτιών, αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. |
κάθε δύο εβδομάδες
|
στριφογυριστή γροθιά(πυγμαχία) |
μια φορά, μία φορά
O dată e suficient pentru mine. Nu mă interesează s-o mai fac din nou. Μια φορά (or: μία φορά) μου είναι αρκετή. Δε με ενδιαφέρει να το ξανακάνω. |
κάθε δεύτερο
Επισκέπτομαι τη μητέρα Τετάρτη παρά Τετάρτη. |
πάω πίσω(στο παρελθόν) Οι αναμνήσεις της γιαγιάς μου πάνε πολύ πίσω. |
χρονολογούμαι από κτ
Το τραγούδι αυτό είναι από τον 'Β Παγκόσμιο Πόλεμο. |
αναμένεται να γεννηθεί(το μωρό) Data probabilă a nașterii bebelușului este la sfârșitul acestei luni. Το μωρό αναμένεται να γεννηθεί στο τέλος του μήνα. |
-(zi) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) Fac jogging întotdeauna duminica. Πάντα κάνω τζόκινγκ τις Κυριακές. // Πάμε σινεμά την Τρίτη. // Είσαι ελεύθερη στις 6 Ιουνίου; // Εκείνη τη μοιραία ημέρα, η Ώντρεϋ δεν είχε ιδέα τι έμελλε να της συμβεί. |
Ας μάθουμε Ρουμάνος
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του data στο Ρουμάνος, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ρουμάνος.
Ενημερωμένες λέξεις του Ρουμάνος
Γνωρίζετε για το Ρουμάνος
Τα ρουμανικά είναι μια γλώσσα που ομιλείται από 24 έως 28 εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως στη Ρουμανία και τη Μολδαβία. Είναι η επίσημη γλώσσα στη Ρουμανία, τη Μολδαβία και την Αυτόνομη Επαρχία της Βοϊβοντίνα της Σερβίας. Υπάρχουν επίσης ρουμανόφωνοι σε πολλές άλλες χώρες, ιδίως στην Ιταλία, την Ισπανία, το Ισραήλ, την Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Γαλλία και τη Γερμανία.